Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ!!!!!!



 

Στις δύσκολες μέρες που βιώνουμε σαν κοινωνία, η γέννηση του Χριστού  ας σημάνει ένα νέο ξεκίνημα,  για μια ζωή γεμάτη αλληλεγγύη και αγάπη, φωτίζοντας τις σκέψεις μας και τις ενέργειες μας.
Το ΔΣ του σωματείου , σας εύχεται
Καλά Χριστούγεννα + Ευτυχισμένο το Νέο Έτος 2015
 









Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

1.229.370 οι άνεργοι – Το 75% ψάχνει πάνω από έναν χρόνο δουλειά.

Στο 25,5% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το γ΄ τρίμηνο εφέτος, με τον αριθμό των ανέργων να ανέρχεται σε 1.229.370. Παρά τον περιορισμό του ποσοστού της ανεργίας, που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ, τα δομικά προβλήματα παραμένουν και απαιτούν ριζικές λύσεις για την αντιμετώπισή τους.
 
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων (αυτοί που αναζητούν μάταια εργασία για 12 μήνες και πάνω) εκτινάχθηκε στο 75,4% του συνόλου των ανέργων. Ενώ, το 75,1% των ανέργων είναι διατεθειμένο να δουλέψει ακόμη και με μερική απασχόληση και, ουσιαστικά, με «φιλοδώρημα» αντί για κανονικό μισθό. Παράλληλα, ένας στους δύο νέους έως 24 ετών είναι άνεργος, παρά τα πεντάμηνα προγράμματα απασχόλησης, και ειδικά στις νέες γυναίκες, το ποσοστό ανεργίας φτάνει στο 56,6%. Πολύ υψηλή, στο 39,7% είναι ανεργία και στην πλέον παραγωγική ηλικία των 25- 29 ετών.
 
Ειδικότερα, το γ΄ τρίμηνο εφέτος, το ποσοστό ανεργίας ήταν 25,5%, έναντι 26,6% του β΄ τριμήνου εφέτος και 27,2% του αντίστοιχου τριμήνου του 2013. Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 1.229.370 άτομα και μειώθηκε κατά 4% σε σχέση ?ε το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 6,9% σε σχέση με το γ΄ τρίμηνο του 2013.
 πηγή: το ποντίκι

Καταργούν τον 13ο και 14ο μισθό με επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας!!

«Ρήτρα» για την «αυτόματη» κατάργηση των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας «εφόσον υπάρξει νομοθετική ρύθμιση» -όπως έγινε με νόμο, από την 1/1/2013, για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους- αρχίζουν να περιλαμβάνουν στις επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφουν με τους εκπροσώπους των εργαζομένων οι επιχειρήσεις!
Την «πρόβλεψη» για την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού κάνουν, ήδη, δύο επιχειρησιακές συμβάσεις που έχουν κατατεθεί στο υπουργείο Εργασίας μαρτυρώντας, όπως εξηγούν στην «Η» στελέχη της αγοράς εργασίας, αν όχι την προεξόφληση, την πίεση που ασκείται για την αλλαγή αυτή με στόχο την περαιτέρω μείωση του μισθολογικού κόστους εργασίας.
Η πρώτη σύμβαση προέρχεται από επιχείρηση του κλάδου της εστίασης και, συγκεκριμένα, προβλέπει την καταβολή των δώρων εορτών «έως την τυχόν κατάργησή τους με νομοθετική διάταξη». Οπως σημειώνεται στη σύμβαση, η σχετική νομοθετική ρύθμιση θα υιοθετηθεί αυτόματα και θα ισχύσει ακόμη και σε περίπτωση που μια νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών οργανώσεων) προβλέψει τη διατήρησή τους. Δηλαδή η επιχειρησιακή σύμβαση θα υπερισχύσει της ΕΓΣΣΕ και θα εφαρμοστεί ο νόμος.
Η δεύτερη σύμβαση που συμφώνησαν επιχείρηση στον κλάδο των μεταφορών και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων της, «κλειδώνει» το ύψος των μισθών και την καταβολή των δώρων και του επιδόματος αδείας έως το πρώτο τετράμηνο του 2016. «Μετά την 27/4/2016, για τα επιδόματα δώρου Χριστουγέννων, δώρου Πάσχα και επιδόματος αδείας θα ισχύει ό,τι ορίζεται από την ελληνική νομοθεσία», υπογραμμίζεται στο σχετικό άρθρο της σύμβασης.
ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΣ
Σε αντιδιαστολή με τις παραπάνω «προβλέψεις» και τις «ρήτρες», άλλες επιχειρησιακές συμβάσεις που έχουν υπογραφεί και βρίσκονται σε ισχύ επαναβεβαιώνουν την καταβολή των δώρων και του επιδόματος αδείας, ενώ μία σύμβαση ορίζει ότι σε περίπτωση κατάργησης, δια νόμου, των δώρων, αυτά θα ενσωματωθούν στους μισθούς. «Η ενσωμάτωση των δώρων αποτελεί την καλύτερη δυνατή λύση» δηλώνει στην «Η» ο οικονομολόγος Χρ. Ιωάννου υπογραμμίζοντας ότι την καταβολή των δώρων προβλέπουν μόνο τα συστήματα αμοιβών στην Ελλάδα, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία. Τα συστήματα αυτά διαμορφώθηκαν με βάση την πολιτισμική κουλτούρα και τον τρόπο με τον οποίο δομήθηκε στις συγκεκριμένες χώρες το κοινωνικό κράτος και είναι αμφίβολο αν μπορούν να διατηρηθούν και στο μέλλον με δεδομένη την επιταγή της εναρμόνισης του πλαισίου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης.
ΚΟΣΤΟΣ 2,7 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ
Η κατάργηση του 13ου και του 14ου μισθού είχε τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την τρόικα προ διετίας για δημοσιονομικούς λόγους: Το συνολικό κέρδος από την κατάργησή τους που αποφασίστηκε να γίνει στο Δημόσιο και στα Ταμεία φτάνει, με βάση τα επίσημα στοιχεία του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, στα 2,7 δισ. ευρώ: Κατά 1,6 δισ. ευρώ έχουν μειώσει τα Ταμεία τη δαπάνη για πληρωμές μετά την κατάργηση των δώρων στους συνταξιούχους, 673 εκατ. ευρώ έχει «κερδίσει» ο ΟΓΑ και 430,6 εκατ. ευρώ έχει εξοικονομήσει το Δημόσιο από τις πληρωμές στους υπαλλήλους του.
Στις τότε διαπραγματεύσεις είχε ζητηθεί να διατηρηθούν ο 13ος και 14ος μισθός στον ιδιωτικό τομέα όχι μόνο για να μη μειωθεί το εισόδημα των εργαζομένων και η ρευστότητα στην αγορά (ιδίως τις ημέρες των εορτών, όπως ζητούσαν οι έμποροι) αλλά, κυρίως, για να μη «χαθούν» τα έσοδα από τις αποδιδόμενες εισφορές στα Ταμεία. Οι ασφαλιστικές εισφορές για τα δώρα και το επίδομα αδείας που εξακολουθούν, μέχρι νεωτέρας, να λαμβάνουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα καταβάλλονται κανονικά στηρίζοντας τα Ταμεία και παρά το γεγονός ότι οι σημερινοί εργαζόμενοι δεν θα λάβουν, ως μελλοντικοί συνταξιούχοι, καμία αντιπαροχή.
πηγή: imerisia.gr

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

ΔΝΤ: Μειώστε τους κατώτερους μισθούς και τα επιδόματα ανεργίας - Ενισχύστε το πλαίσιο της προσωρινής απασχόλησης



Αμετανόητο εμφανίζεται το ΔΝΤ και ανασύροντας μελέτες από το χρονοντούλαπο (ακόμα και του 1988), συστήνει... στα κράτη με υψηλή ανεργία νέων- μεταξύ των οποίων η Ελλάδα- μέτρα όπως η μείωση των επιδομάτων ανεργίας και των κατώτερων μισθών, ενώ συν τοις άλλοις επισημαίνει ότι οι μορφές προσωρινής απασχόλησης θα πρέπει να... θωρακιστούν περισσότερο ή αντιστρόφως να χαλαρώσει το πλαίσιο προστασίας στις μόνιμες μορφές απασχόλησης, έτσι ώστε οι νέοι που να εντάσσονται πιο... εύκολα στην αγορά εργασίας!

Σύμφωνα με δημοσίευμα στην iefimerida, με μια ακόμα επίδειξη κυνισμού, οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ στη μελέτη με τίτλο "Youth Unemployment in Advanced Economies in Europe: Searching for solutions" σημειώνουν ότι το υψηλότερο κόστος εργασίας- όπως αυτό προκύπτει και από την αύξηση του κατώτερου μισθού σε σχέση με το μέσο μισθό- σχετίζεται με υψηλότερη ανεργία, ειδικά στους νέους κατά 0,4- 1,2 ποσοστιαίες μονάδες, επειδή οι νέοι προσλαμβάνονται σε τέτοιες θέσεις. Και για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για το ποιοι μπαίνουν στο στόχαστρο, η μελέτη αναφέρεται στη Γαλλία, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και στην Ελλάδα.

Σημειώνεται ότι αυτό το... εύρημα των τεχνοκρατών του Ταμείου δεν προκύπτει βέβαια από κάποια... μυστική αύξηση των κατώτερων μισθών αλλά γιατί πολύ απλά ο μέσος μισθός στην Ελλάδα υποχώρησε πολύ πιο βίαια από τον κατώτερο μισθό, εξ ου και η αναλογία τους άλλαξε μέσα στην τελευταία τριετία.

Η άλλη... συνταγή που προτείνει το Ταμείο για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων είναι η μείωση των επιδομάτων ανεργίας! Ποιο είναι το σκεπτικό του Ταμείου; Ότι τα... υψηλά επιδόματα μειώνουν τη... θέληση για εντατική αναζήτηση εργασίας ή την αποδοχή θέσεων εργασίας! Το κερασάκι στην τούρτα είναι το ασύλληπτο σκεπτικό του Ταμείου ότι όσο πιο ψηλό είναι το επίδομα τόσο πιο ψηλός θα πρέπει να είναι και ο προσφερόμενος μισθός, έτσι ώστε το κίνητρο δουλειάς να είναι μεγαλύτερο, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει το κόστος εργασίας!

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Οι παροχές σε "είδος" ως φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις και ο υπολογισμός τους υπό το καθεστώς ισχύος του Ν. 4172/2013

Πρόλογος - Η διαχρονική εξέλιξη της φορολογίας των παροχών σε είδος - Η φορολογική πολιτική στην διαχείριση των αμοιβών - Η νομική έννοια του μισθού - Οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι παροχές σε είδος έχουν μισθολογικό χαρακτήρα ή όχι - Οι παροχές σε "είδος" κατά την νομολογία και την επιχειρησιακή πρακτική (συνήθεια) - Οι παροχές σε "είδος" που δίδονται για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της επιχειρήσεως - Διάσταση της νομολογίας από την φορολογική νομοθεσία - Οι παροχές σε είδος ως φορολογητέα ύλη υπό το καθεστώς του Ν. 4172/2013 - Ο προσδιορισμός του ακαθάριστου εισοδήματος από μισθωτή εργασία - Πότε υφίσταται σχέση εξηρτημένης εργασίας κατά τον Ν. 4172/2013 - Η νέα φορολογική ρύθμιση αφορά και τα συγγενικά ή εξαρτώμενα πρόσωπα του εργαζομένου, τα μέλη των Δ.Σ. των εταιρειών, τους μετόχους, τους εταίρους και τους δικηγόρους με πάγια αντιμισθία κ.λπ. - Ο τρόπος αποτιμήσεως της αξίας των παροχών σε είδος - Απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις - Οι παροχές σε είδος ως αντικείμενο των ασφαλιστικών παροχών - Απόκλιση της ασφαλιστικής νομοθεσίας από την νομολογία - Επίλογος - Βιβλιογραφία.
Πρόλογος
Σε όλες τις εποχές, το οικονομικό ζήτημα της χώρας μας, αποτελούσε ένα μεγάλο πρόβλημα, η λύση του οποίου ήταν δυσχερής. Αυτό διότι τα κρατικά έξοδα για την αντιμετώπιση συχνών οικονομικών συγκυριών σε συνδυασμό με κυβερνητικές αστοχίες και υπερβολικές πολυτέλειες δημιουργούσαν αστάθεια στον χειρισμό και στην εξεύρεση εξισώσεως του κρατικού προϋπολογισμού. Κοντά σ' αυτά θα πρέπει να προστεθεί και το φαινόμενο των πολλαπλών φορολογικών απαλλαγών φυσικών ή νομικών προσώπων προς δε και οι έμμεσες - ύποπτες - διευκολύνσεις απαλλαγής αφερεγγύων ατόμων και επιχειρήσεων από συναφείς υποχρεώσεις τους με την γνωστή για τα ελληνικά δεδομένα, διαδικασία "παραγραφής" των φορολογικών, ασφαλιστικών αδικημάτων και μάλιστα με νομοθετικές ρυθμίσεις, με τις οποίες δημιουργήθηκαν τετελεσμένες καταστάσεις και ανεστάλησαν ποινικές διώξεις κατά των υπευθύνων. (Βλέπετε και σχετικές καταγγελίες του Γεν. Επιθεωρητού Δημοσίας Διοικήσεως Λ. Ρακιντζή). Έτσι οι φόροι που είχαν διαμορφωθεί -και εξακολουθούν με μεγαλύτερη σκληρότητα να επιβάλλονται- στα πλαίσια του προτύπου της "ρωμαϊκής διοικήσεως" είναι επαχθείς. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι ένα από τα γνωρίσματα ασκήσεως της κρατικής εξουσίας, ήταν και είναι η συνεχής ανάγκη χρημάτων με στόχο την αύξηση των εσόδων του δημοσίου Ταμείου, η οποία όμως διαδικασία σήμερα λειτουργεί και εφαρμόζεται περισσότερο ως "τιμωρητικό δίκαιο" υπό το πρόσχημα βέβαια της υφισταμένης "μνημονιακής" κρίσεως και όχι ως "δίκαιο" μέτρο που να ανταποκρίνεται στην οικονομική αντοχή των πολιτών, ανάλογα με το εισόδημα και τον πλούτο εκάστου (φοροδοτική ικανότητα). Οι εκάστοτε λανθασμένοι χειρισμοί αποδεικνύονται "πιο επίφοβοι από τους βαρβάρους" και μας οδηγούν στην αβεβαιότητα αφού καταστρέφουν κάθε δημιουργία προσδοκιών.
Τα όσα εξετέθησαν ανωτέρω διατυπώθηκαν με αφορμή την νέα φορολογική μεταχείριση των παροχών σε "είδος" όπως διαμορφώθηκε και θα εφαρμοσθεί από 1.1.2015, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4172/2013 - ΦΕΚ 167/Α/23.7.2013- στα πλαίσια των δεσμεύσεων που καθόρισαν τα νομοθετήματα 4046/2012, 4093/2012 και 4127/13, ως αναγκαία και επείγοντα μέτρα της φορολογίας εισοδήματος.
Η διαχρονική εξέλιξη της φορολογίας των παροχών σε "είδος"
Η φορολογική μεταχείριση των παροχών σε είδος, περί των οποίων θα αναφερθούμε διεξοδικά στη συνέχεια, δεν είναι κάτι το καινοφανές. Παρουσιάσθηκε κατ' αρχήν ως "εισφορά σε είδος" στο Ρωμαϊκό δίκαιο και στην συνέχεια στο Βυζάντιο στην προσπάθεια των αυτοκρατόρων να αντιμετωπίσουν μεταξύ άλλων, την υπερβολική αυτοκρατορική πολυτέλεια, την μεγαλοπρέπεια των οικοδομημάτων, τα έξοδα της κεντρικής κυβερνήσεως, τις γενναιόδωρες επιχορηγήσεις που έδιναν στους "βαρβάρους" τους οποίους και έκαναν περισσότερο αχόρταγους και απαιτητικούς και γενικά τις πρακτικές της διπλωματίας τους (Charles Dienl - "Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας"). Παρά το "ιδεώδες" του σκοπού της τότε φορολογικής πολιτικής των βυζαντινών, εν τούτοις αυτοί, όταν χρειαζόταν χρήματα έκλειναν τα μάτια και χρησιμοποιούσαν μεθόδους που τελικά εξυπηρετούσαν την διαφθορά. Οι ιστορίες είναι γεμάτες από τις περιγραφές του 6ου έως και τον 11ο αιώνα. Βέβαια οι παροχές σε είδος και η φορολόγησή τους εκείνης της περιόδου, δεν έχουν καμία σχέση με τις αντίστοιχες ισχύουσες της εποχής μας, πλην όμως η καταφυγή στην δυνατότητα φορολογίας των παροχών σε είδος έχει ως αφετηρία θεσπίσεως των μετέπειτα διατάξεων και μάλιστα με "νομοθετικό πρόσταγμα" την πολιτική - οικονομική αιτιολογική σκέψη που είχαν οι προαναφερθέντες άρχοντες.
Η φορολογική πολιτική στην διαχείριση των αμοιβών
Η φορολογική πολιτική στην χώρα μας σε ό,τι αφορά την μεταχείριση των αμοιβών από μισθωτή εργασία στηρίχθηκε στην εννοιολογική αρχή του μισθού, σύμφωνα με την οποία μισθός είναι κάθε παροχή του εργοδότου προς τον μισθωτό η οποία έχει οικονομική αξία και χορηγείται είτε ως αντάλλαγμα της εργασίας, είτε ως μέσο βιοπορισμού του μισθωτού (Α.Π. 985/79, Α.Π. 870/72, Α.Π. 557/73 κ.λπ.). Αυτό σημαίνει ότι, στην έννοια του μισθού υπάγεται όχι μόνο η κυρία αντιπαροχή του εργοδότου αλλά και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη η οποία όμως καταβάλλεται στον μισθωτό με αφορμή την παρεχομένη εργασία του (Α.Π. 1034/80, Α.Π. 999/79, Α.Π. 390/83 κ.λπ.). Σύμφωνα με τα κατά καιρούς νομολογηθέντα, οι παροχές σε είδος, όταν χορηγούνται για την πληρέστερη εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της επιχειρήσεως, ή για την υγιεινή και ασφάλεια των μισθωτών, δεν θεωρούνται μισθός εκτός αν προβλέπονται από Σ.Σ.Ε. (Α.Π. 930/83, Α.Π. 926/82, Α.Π. 1069/81, Α.Π. 513/75, Α.Π. 148/71, Α.Π. 527/69, ΣΕ 2031/83, Εφ. Αθ. 4125/72, Μ. Πρ. Πειρ. 410/74, ΣΕ 3197/78, Α.Π. 1129/84, Α.Π. 2107/83,  Α.Π. 354/83, ΣΕ 3953/82 κ.λπ.). Υπόψει ότι, σε κάθε περίπτωση η νομική έννοια του μισθού σχηματίζεται από τα πραγματικά περιστατικά, τον σκοπό και τους όρους που συνοδεύουν την χορήγησή του και όχι από τον τίτλο, ή την ονομασία που δίδουν οι συμβαλλόμενοι και ότι, η περί του μισθού κρίση υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο του Αρείου Πάγου. Έτσι ο μισθός υπό την προεκτεθείσα έννοια υπόκειται σε νόμιμες κρατήσεις τόσο για εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως όσο και για τον φόρο εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών.
Περισσότερο, άτεγκτη φαίνεται ότι είναι η επικρατήσασα φορολογική πολιτική ως προς την εννοιολογική σημασία του μισθού και ειδικότερα των παροχών σε είδος σε σχέση και σύγκριση με την διαμορφωθείσα νομολογία των δικαστηρίων και των κατά καιρούς, διατυπωθεισών απόψεων ορισμένων ειδικών. Υπενθυμίζεται ότι, υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς του Ν.Δ. 3323/55, άρθρο 40, παρ. 1 σε συνδυασμό με την παρ. 3, του ιδίου ως άνω άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 9, παρ. 1 του Ν. 12/75 προς δε και τις μεταγενέστερες του άρθρου 45 παρ. 1 του Ν. 2238/94 και άλλων διατάξεων ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες προσδιορίσθηκε ότι είναι εκείνο που προκύπτει κάθε οικονομικό έτος από μισθούς, ημερομίσθια, επιχορηγήσεις, επιδόματα, συντάξεις και γενικά από κάθε παροχή που χορηγείται περιοδικά με οποιαδήποτε μορφή, είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, ή άλλες αξίες για παρούσα ή προηγουμένη υπηρεσία ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία που αποκτάται από μισθωτούς και συνταξιούχους. Από την προαναφερθείσα διατύπωση προκύπτει ότι, ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες θεωρείται κάθε παροχή ανεξάρτητα από την ονομασία της και μάλιστα ανεξάρτητα αν αποτελεί οργανικό μισθό ή όχι. Υπενθυμίζεται ακόμη ότι με την εκδοθείσα παλαιότερα υπ' αριθ. Ε.2402/ΠΟΛ 32/15.2.84 εγκύκλιο του Υπ. Οικονομικών, ορισμένα επιδόματα ή παροχές σε είδος, παρ' ότι δίδονται για το συμφέρον της επιχειρήσεως ή για την αντιμετώπιση εκτάκτων δαπανών τις οποίες πραγματοποιούν οι εργαζόμενοι κατά την εκτέλεση της εργασίας τους εθεωρήθησαν και αυτά ότι, αποτελούν εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες και συνεπώς φορολογούνται.
Οι παροχές σε "είδος" κατά την νομολογία και την επιχειρησιακή πρακτική (στρατηγική)
Υπό τον όρο "παροχές σε είδος" καλύπτεται πληθώρα παροχών που άλλες εξ αυτών έχουν μισθολογικό χαρακτήρα και συνεπώς υπόκεινται στην φορολογία εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών και άλλες όχι. Οι παροχές σε είδος είναι συνήθως παροχές "εξ ελευθεριότητος" με την έννοια ότι δίδονται από τον εργοδότη με σκοπό την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της επιχειρήσεως (Α.Π. 352/90, Α.Π. 546/2007, Α.Π. 12/2007, Α.Π. 874/1998, Α.Π. 551/1999). Δηλαδή είναι παροχές που διευκολύνουν ή εξασφαλίζουν τις τεχνικές συνθήκες απασχολήσεως του μισθωτού προς όφελος του εργοδότου. Τέτοιες επίσης παροχές είναι και εκείνες με τις οποίες σκοπείται η προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων καθώς και η προφύλαξη από εργατικά ατυχήματα. Στις περιπτώσεις παροχών της παραπάνω κατηγορίας αναιρείται ο μισθολογικός χαρακτήρας τους, εκτός αν αυτές προβλέπονται από Σ.Σ.Ε. Αυτό καθόρισε άλλωστε και ο Ν. 3248/55, άρθρ. 4 ο οποίος εκύρωσε την υπ' αριθ. 95 διεθνή σύμβαση εργασίας (Α.Π. 1129/84, Α.Π. 2107/83, Α.Π. 354/83, ΣΕ 3953/82).
Αρκετές φορές ανέκυψε το πρόβλημα, αν οι προεκτεθείσες εργοδοτικές παροχές προς δε και οι τοιαύτες στις οποίες θα αναφερθούμε στην συνέχεια, εξυπηρετούν πράγματι τις λειτουργικές ή και τις διαρθρωτικές ανάγκες της επιχειρήσεως, ώστε να αποφεύγεται ο χαρακτηρισμός τους ως μισθολογικών παροχών, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Υπόψει πάντως ότι, ο χαρακτηρισμός μιας παροχής που εξυπηρετεί τις λειτουργικές ανάγκες της επιχειρήσεως είναι ανίσχυρος, αν στην πραγματικότητα ο ουσιαστικός χαρακτήρας της παροχής είναι εκείνος του μισθού, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 648, 652, 653 ΑΚ. Η νομολογία στο θέμα αυτό έχει να παρουσιάσει πλούτο δικαστικών αποφάσεων όλων των βαθμίδων (Α.Π. 491/74, Α.Π. 6/72, Α.Π. 985/79, Α.Π. 870/72, Α.Π. 557/73, Α.Π. 436/59, Α.Π. 1628/98, Α.Π. 449/95, Α.Π. 1443/96, ΣΕ 1335/94, ΣΕ 1229/94 κ.λπ.). Ενδείξεις πάντως ότι η εργοδοτική παροχή εξυπηρετεί "λειτουργικές" και άλλες ανάγκες της επιχειρήσεως υπάρχουν στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν ο εργοδότης παρέχει δικαίωμα οικήσεως ή καταβάλλει επίδομα ενοικίου σε όσους εργάζονται μακριά από τον τόπο κατοικίας τους (Α.Π. 1297/83, Α.Π. 930/83, Α.Π. 926/82, Α.Π. 1069/81, Α.Π. 148/71, Α.Π. 352/90, Α.Π. 782/89, Α.Π. 37/88, ΣΕ 2551/86, Α.Π. 37/88, Α.Π. 811/88). β) Όταν ο εργοδότης παρέχει τροφή ή χρηματικό επίδομα τροφής, υπό μορφή διατακτικών, ή κουπονιών ή εταιρικών πιστωτικών καρτών για την πληρέστερη εξυπηρέτηση λειτουργίας της επιχειρήσεώς του (Α.Π. 926/82, Α.Π. 513/75, Α.Π. 148/71, ΣΕ 2031/83, Α.Π. 68/62. γ) Όταν ο εργοδότης παρέχει επίδομα δυσχερούς διαβιώσεως ή χορηγεί στολή ή υποδήματα για την λειτουργικότητα της επιχειρήσεως (ΣΕ 2031/83, Α.Π. 68/62) ή για την υγιεινή και ασφάλεια των μισθωτών (Εφ. Αθ. 4125/72, Μον. Πρ. Πειρ. 410/74, ΣΕ 3197/78, Εφ. Αθ. 371/85). δ) Όταν ο εργοδότης χορηγεί κοινωνικές παροχές για την κάλυψη εξόδων φροντιστηρίων, σχολείων, βρεφονηπιακών σταθμών, κατασκηνώσεων, ιατρικών εξόδων κ.λπ., με την επισήμανση πάντως ότι, ο χαρακτηρισμός των ως άνω παροχών ανήκει τελικώς στην κρίση του δικαστηρίου. Τέτοιες παροχές κοινωνικού χαρακτήρος είναι επίσης τα δώρα γάμου, γεννήσεως τέκνων, το βοήθημα στην οικογένεια του θανόντος κ.λπ. ε) Στον κύκλο των παραπάνω παροχών εντάσσονται και εκείνες που χορηγούνται αυτούσια στους δικαιούχους -όχι σε χρήμα- και με τις οποίες στοχεύεται η αύξηση της παραγωγικότητος, της ποιότητος, της αποδοτικότητος των εργαζομένων. στ) Οι παροχές προνοίας ή οι τοιαύτες που χορηγούνται για την αποκατάσταση ζημιών-δαπανών του εργαζομένου και εν γένει οι παροχές με "χαριστική διάθεση" δεν θεωρούνται ότι έχουν μισθολογικό χαρακτήρα. ζ) Επίσης δεν θεωρείται μισθός η χρήση παραχωρηθέντος στον μισθωτό αυτοκινήτου για την εξυπηρέτηση αναγκών της επιχειρήσεως (Α.Π. 774/2003, Α.Π. 84/2000, Α.Π. 226/2003) ούτε η κατ' αποτίμηση μεταφορά του μισθωτού στον τόπο εργασίας με αυτοκίνητο του εργοδότου χωρίς συμβατική υποχρέωση (Εφ. Αθ. 10060/87, Εφ. Αθ. 6140/85). η) Η παροχή αυτοκινήτου -με οδηγό ή χωρίς οδηγό- θεωρείται ότι έχει μισθολογικό χαρακτήρα εκτός αν έχει συμφωνηθεί η παροχή αυτή αντί αυξήσεως του μισθού ή της παραγωγικότητος (Εφ. Αθ. 9928/79, Α.Π. 1029/80, Α.Π. 688/81, Α.Π. 167/69, Εφ. Αθ. 2647/73). θ) Τα έξοδα "παραστάσεως" δηλαδή οι αποζημιώσεις για επαγγελματικά έξοδα (ΑΚ 722), δεν έχουν μισθολογικό χαρακτήρα σε αντίθεση με το επίδομα κινήσεως που καταβάλλεται παγίως προς δε και τα οδοιπορικά έξοδα (βενζίνης) που καταβάλλονται συνήθως στους περιοδεύοντες με αυτοκίνητο πωλητές, όταν χορηγείται ανεξάρτητα από την πραγματική κατανάλωση (Α.Π. 167/69, Α.Π. 765/87, Α.Π. 1033/2008). ι) Η κάλυψη ιδιωτικής ασφαλίσεως (ομαδικής) από τον εργοδότη με την οποία ο τελευταίος αναλαμβάνει την υποχρέωση να καλύπτει εν όλω ή εν μέρει το ασφάλιστρο. Στις περιπτώσεις αυτές συντρέχει "γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου" η οποία αν περιβληθεί τον τύπο "όρου" της εργασιακής συμβάσεως μεταξύ εργοδότου και μισθωτού, αποκτά χαρακτήρα μισθολογικής παροχής (Α.Π. 1541/2006, Α.Π. 1271/2006, Α.Π. 1236/2006, Α.Π. 1319/2006, Α.Π. 843/2004, Α.Π. 1934/2008, Α.Π. 1276/2001, Α.Π. 1268/1998, Α.Π. 665/2000, Εφ. Πειρ. 705/2005, Εφ. Αθ. 5670/2007).
Διευρύνοντας τον κύκλο των προσθέτων σε "είδος" παροχών, θα μπορούσαν να ενταχθούν και άλλες περιπτώσεις συναφείς προς τις προεκτεθείσες με ποικίλες μορφές και ονομασίες, οι οποίες χορηγούνται στα πλαίσια μιας πολύπλοκης στρατηγικής των επιχειρήσεων κατά την αδέσμευτη  και ανέλεγκτη κρίση του οικείου εργοδότου, με την ρητή και σαφή πάντως επιφύλαξη του δικαιώματος αυτού να τις παύει ή να τις περικόπτει ή και να τις συμψηφίζει με αυξήσεις επί των αποδοχών οι οποίες -ειρήσθω- σπανίζουν στην σημερινή τουλάχιστον εποχή μας. Εν κατακλείδι, η αστάθεια που δημιουργεί εκάστοτε το σύστημα σε όλα σχεδόν τα επίπεδα της οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής αποτελεί πηγή αναζητήσεως νέων μορφών παροχών ως αντάλλαγμα της παρεχομένης μισθωτής ή ελεύθερης εργασίας.
Οι παροχές σε χρήμα ή σε είδος, ως φορολογητέα ύλη υπό το καθεστώς ισχύος του Ν. 4172/2013
Στα πλαίσια ισχύος των νομοθετημάτων 4046/12, 4093/12 και 4127/13 καθώς και άλλων διατάξεων με τα οποία ρυθμίσθηκαν ζητήματα που αφορούν την μείωση του δημοσίου χρέους και την διάσωση της εθνικής οικονομίας, εκδόθηκε -για την επείγουσα εφαρμογή των προγραμματισθέντων μέτρων- και ο Ν. 4172/2013 "φορολογία εισοδήματος" (ΦΕΚ 167/Α/23.7.2013) στην προσπάθεια να προσδιορισθεί με περισσότερη σαφήνεια ποια πρέπει να είναι η ύλη και το περιεχόμενο του φορολογουμένου εισοδήματος των φυσικών και των νομικών προσώπων. Ειδικότερα με τις διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 1 του εν λόγω νομοθετήματος, ορίσθηκε η έννοια και το περιεχόμενο του ακαθαρίστου εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις, το οποίο περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος που αποκτώνται στο πλαίσιο υφισταμένης ή παρελθούσης ή μελλοντικής εργασιακής σχέσεως. Με την επομένη παράγραφο 2, ο νομοθέτης επιχειρεί να προσδιορίσει πότε υφίσταται "εργασιακή σχέση" ενώ παραλλήλως καθορίζει και τις προϋποθέσεις υπό την συνδρομή των οποίων συντρέχει περίπτωση "εξαρτήσεως" του μισθωτού κατά την κειμένη νομοθεσία. Στον χώρο της εξαρτημένης εργασιακής σχέσεως του νέου νομοθετήματος συμπεριλαμβάνονται και οι παρέχοντες υπηρεσίες διευθυντού, ή και εκείνοι που είναι μέλη των Δ.Σ. των εταιρειών, ή άλλων νομικών προσώπων ή "νομικής οντότητας" οργανισμών καθώς και οι δικηγόροι με παγία αντιμισθία προς δε και οι παρέχοντες υπηρεσίες δυνάμει συμβάσεως έργου". Με τη διάταξη της παραγράφου 3 του ιδίου ως άνω άρθρου 12, προσδιορίζεται η έννοια και το περιεχόμενο του "ακαθαρίστου εισοδήματος" το οποίο περιλαμβάνει, τον μισθό, το ημερομίσθιο καθώς και τα γνωστά επιδόματα αδείας, ασθενείας, εορτών, την αποζημίωση για μη ληφθείσα άδεια, τις αμοιβές για προμήθειες επιμίσθια και φιλοδωρήματα. Εξάλλου στο εύρος του ακαθαρίστου εισοδήματος περιλαμβάνονται τα επιδόματα κόστους διαβιώσεως, ενοικίου, αποζημιώσεως εξόδων φιλοξενίας ή ταξιδίου, καθώς και η αποζημίωση εξόδων στα οποία έχει υποβληθεί ο εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού. Περιλαμβάνονται ακόμη οι παροχές οποιασδήποτε μορφής που λαμβάνει ο εργαζόμενος πριν την έναρξη της εργασιακής σχέσεως, η αποζημίωση για την λύση ή την καταγγελία της σχέσεως, οι συντάξεις που χορηγούνται από τον φορέα ασφαλίσεως -κυρίας και επικουρικής- το ασφάλισμα που καταβάλλεται εφάπαξ ή περιοδικώς στο πλαίσιο των ομαδικών ασφαλιστηρίων των συνταξιοδοτικών συμβολαίων και τέλος πάσα παροχή που εισπράττεται έναντι υφισταμένης ή παρελθούσης ή μελλοντικής εργασιακής σχέσεως.
Η φορολογία των παροχών σε είδος
Ενδιαφέρον προκαλεί η διάταξη του άρθρου 13 με την οποία προσδιορίζονται οι παροχές σε είδος που λαμβάνει ο εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού, ή ο εταίρος ή ο μέτοχος και οι οποίες παροχές συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Με τις νεότερες διατάξεις του Ν. 4172/2013, ανατρέπεται εν μέρει η τάξη σε ότι αφορά τον χαρακτηρισμό μιας παροχής ως "μισθολογικής" ή όχι, όπως καθιερώθηκε στο δικαιϊκό μας σύστημα, κυρίως μέσω της παγίας νομολογίας των δικαστηρίων -στην οποία προηγουμένως αναφερθήκαμε- προκειμένου να διαπιστωθεί η σχετική απόκλιση από το προηγούμενο καθεστώς των παροχών σε είδος. Αντιλαμβανόμαστε βεβαίως την ανάγκη εξευρέσεως χρημάτων και λοιπών πόρων για την ισορροπία και την αντιμετώπιση του δημοσίου χρέους και των δημοσιονομικών εν γένει προβλημάτων πλην όμως η αναζήτηση αναγκαίων και απαραιτήτων εσόδων και πόρων με την εισαγωγή τέτοιων μεθόδων στο φορολογικό σύστημα των μισθών, των συντάξεων και των λοιπών παροχών με το οποίο γιγαντώνεται η ύλη του φορολογητέου εισοδήματος, θεωρούμε ότι θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις όχι μόνο σε βάρος της οικονομικής αντοχής του εργατικού δυναμικού της χώρας, αλλά και αυτής ταύτης της επιχειρηματικής δραστηριότητος, με τα πολύπλοκα συστήματα που καθιέρωσε η αγορά στην προσπάθεια να επιβιώσει η επιχείρηση.
Ο τρόπος αποτιμήσεως της αξίας των παροχών σε είδος
Σύμφωνα με τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου 13, οι οποιεσδήποτε παροχές που λαμβάνει ο εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα με βάση την αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των εν λόγω παροχών -σε είδος- υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ ανά φορολογητέο έτος. Ως αγοραία αξία νοείται το κόστος της παροχής που βαρύνει τον εργοδότη αποδεικνυόμενο από τα προβλεπόμενα, κατά νόμο, παραστατικά (δικαιολογητικά) που καταχωρούνται στα τηρούμενα βιβλία απεικονίσεως των συναλλαγών του εργοδότου. Συνεπώς οι εν λόγω παροχές, συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία καθ' ο μέρος η συνολική αξία αυτών υπερβαίνει τα 300 ευρώ ετησίως (φορολογικό έτος). Από τον κανόνα αυτό διαφοροποιούνται οι παροχές σε είδος που αφορούν την παραχώρηση αυτοκινήτου, τα δάνεια, τα δικαιώματα "προαίρεσης" αποκτήσεως μετοχών και την παραχώρηση κατοικίας. Ειδικότερα: α) Για την παραχώρηση αυτοκινήτου σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο ή αγοραία αξία υπολογίζεται σε 30% του κόστους του οχήματος. Σε περίπτωση που το κόστος είναι μηδενικό, η αγοραία αξία της παραχωρήσεως ορίζεται σε 30% της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τρία τελευταία έτη. β) Για τις παροχές υπό μορφή δανείου προς εργαζόμενο, ή εταίρο, ή μέτοχο, η ωφέλεια για τον λήπτη της παροχής προσδιορίζεται ανά φορολογικό έτος, υπολογιζομένη κατά τον μήνα που έγινε η παροχή και αποτιμάται ως διαφορά μεταξύ των τόκων που υπολογίζονται με βάση το μέσο επιτόκιο αγοράς. Υπόψει ότι, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 13, παρ. 3, η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών, θεωρείται δάνειο. γ) Για την ωφέλεια που αποκτά ο εργαζόμενος, ή ο εταίρος, ή ο μέτοχος με την μορφή δικαιώματος αποκτήσεως μετοχών, η αξία αυτής προσδιορίζεται κατά τον χρόνο ασκήσεως του δικαιώματος της "προαίρεσης" ή της μεταβιβάσεως και όχι κατά τον χρόνο χορηγήσεώς της. Η ωφέλεια αυτή αποτιμάται στην τιμή κλεισίματος της τιμής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διαθέσεως του δικαιώματος. δ) Η αξία για την παραχώρηση κατοικίας σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, αποτιμάται στο ποσό του μισθώματος που καταβάλλεται απευθείας από τον εργοδότη προς τον εκμισθωτή της παραχωρουμένης κατοικίας. Επισημαίνεται ότι, όταν η προς παραχώρηση κατοικία ανήκει στον εργοδότη, η παροχή αυτή σε είδος αποτιμάται σε 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Διευκρινίζεται επίσης ότι, η παροχή "κατοικίας" λόγω πρόσκαιρης μετακινήσεως του εργαζομένου σε υποκαταστήματα ή άλλες εγκαταστάσεις του εργοδότου εκτός της έδρας της επιχειρήσεως δεν υπάγεται στην αμέσως ανωτέρω περίπτωση παραχωρήσεως κατοικίας. ε) Οι παροχές που δίδονται από τον εργοδότη για την κάλυψη δαπανών ή την αποκατάσταση ζημιών του εργαζομένου διαρκούσης της εργασιακής σχέσεως ή κατά την εκτέλεση της εργασίας, δεν έχουν μισθολογικό χαρακτήρα και συνεπώς ως τοιαύτες δεν εντάσσονται στο φορολογικό εισόδημα από μισθωτή εργασία. στ) Η χορήγηση ειδικής στολής στον εργαζόμενο, ή ποσότητος γάλακτος ή τροφής στον χώρο εργασίας, δεν συνυπολογίζεται επίσης στο φορολογικό εισόδημα. ζ) Οι παροχές σε είδος, όπως είναι οι χορηγούμενες δωροεπιταγές, τα κουπόνια, οι διατακτικές, οι πιστωτικές κάρτες και οι συναφείς προς τις ανωτέρω λοιπές παροχές του εργοδότου, εντάσσονται στο φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία, εφόσον υπερβαίνουν τα 300 ευρώ ανά φορολογητέο έτος. Ειδικά για τις διατακτικές σιτίσεως, ως παροχή σε είδος λαμβάνεται το ποσό που υπερβαίνει τα 6 ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα (άρθρ. 14, παρ. 1, εδαφ. ζ). η) Επίσης εντάσσονται στο φορολογητέο εισόδημα κατά την προεκτεθείσα υπέρβαση των 300 ευρώ το όφελος που προκύπτει για τα στελέχη των επιχειρήσεων ή τα μέλη των διοικήσεων και τους συνταξιούχους των εταιρειών από την χρήση ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεφωνίας, υδρεύσεως, συνδρομητικών υπηρεσιών (ορισμένης ποσότητος) με μειωμένο τιμολόγιο ή άνευ ανταλλάγματος. Οίκοθεν νοείται ότι η χρήση των παραπάνω αγαθών γίνεται όχι προς όφελος της επιχειρήσεως, αλλά για την κάλυψη προσωπικών ή οικογενειακών αναγκών. Τέλος το ίδιο ισχύει για παροχές που δίδονται από τον εργοδότη σε τρίτους για την κάλυψη εξόδων διδάκτρων, βρεφονηπιακών σταθμών μελών της οικογενείας του εργαζομένου. Όλες οι παραπάνω παροχές θεωρούνται ότι προσαυξάνουν το φορολογητέο εισόδημα και συνυπολογίζονται εφόσον υπερβαίνουν τα 300 ευρώ ετησίως (βλέπετε περισσότερα στην υπ' αριθ. ΠΟΛ 1219/6.10.2014 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών).
Απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις
Με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 4172/2013, προβλέπεται η απαλλαγή ορισμένων παροχών από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Έτσι εξαιρούνται: α) Οι αποζημιώσεις εξόδων διαμονής και σιτίσεως προς δε και η ημερησία αποζημίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο -αποκλειστικά- για τους σκοπούς της επιχειρήσεως. β) Οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους και αφορούν τα έξοδα κινήσεως. γ) Οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων. δ) Οι ασφαλιστικές εισφορές τις οποίες καταβάλλει ο εργαζόμενος υπέρ των επαγγελματικών ταμείων. ε) Η αξία των διατακτικών σιτίσεως ύψους έως 6 ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα. στ) Οι παροχές ασήμαντης αξίας μέχρι του ποσού των 27 ευρώ ετησίως. ζ) Τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται για λογαριασμό του εργαζομένου στα πλαίσια των ομαδικών ασφαλιστηρίων, συνταξιοδοτικών συμβολαίων καθώς και τα τοιαύτα για ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη του υπαλληλικού προσωπικού μέχρι του ποσού των 1500 ευρώ ετησίως ανά εργαζόμενο κ.λπ. Στις απαλλαγές του άρθρου 14, περιλαμβάνονται και άλλες παροχές μεταξύ των οποίων: Το επίδομα ανεργίας του ΟΑΕΔ. Το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης των συνταξιούχων (ΕΚΑΣ). Οι μισθοί και οι συντάξεις των αναπήρων με ποσοστό αναπηρίας 80%. Η διατροφή που λαμβάνει ο δικαιούχος σύμφωνα με δικαστική απόφαση κ.λπ.
Οι παροχές σε είδος ως αντικείμενο ασφαλιστικών εισφορών
Παρέκκλιση από την νομολογιακή θέση περί της εννοίας του μισθού σε ό,τι αφορά τις επί αυτού κρατήσεις για κοινωνική ασφάλιση, επιχειρήθηκε κατά καιρούς με νομοθετικές ρυθμίσεις. Υπενθυμίζονται οι διατάξεις των άρθρων 12 και 25 του ΑΝ 1846/51, όπως αντικαταστάθηκαν με τις αντίστοιχες του άρθρου 4 του Ν. 4476/65 και στη συνέχεια τις τοιαύτες του άρθρου 1 παρ. 3 του Ν. 825/78, σε συνδυασμό πάντοτε με τον κανονισμό Ασφαλίσεως του ΙΚΑ (άρθρ. 17, παρ. 1). Σύμφωνα με αυτές ως αποδοχές επί των οποίων υπολογίζονται οι εισφορές (ασφαλιστικές) θεωρούνται οι πάσης φύσεως χρηματικές ή σε είδος παροχές του εργοδότου, έστω και αν δεν δίδονται αμέσως ως αντάλλαγμα της προσφερόμενης εργασίας, αλλά χορηγούνται στον μισθωτό οικειοθελώς και εξ ελευθεριότητος με αφορμή την υφισταμένη εργασιακή σχέση (ΣΕ 2140/93). Τα ίδια προς τα παραπάνω προέβλεψε -και μάλιστα με αυστηρότερο τρόπο- ο Ν. 2084/92 (άρθρο 22, παρ. 2, εδαφ. β) του οποίου ο συντάκτης χρησιμοποίησε τον όρο "πάσης φύσεως αποδοχές" για τον υπολογισμό των εισφορών για τους το πρώτον ασφαλισμένους από 1.1.93 σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα κυρίας ασφαλίσεως των μισθωτών. Για την αποσαφήνιση της μεταξύ της νομολογίας και του ΙΚΑ "συμπεριφοράς" ως προς τις παροχές σε είδος ανάγκη να διευκρινισθεί ότι, ενώ στην πρώτη περίπτωση (νομολογίας), βασική προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας παροχής ως "μισθολογικής" αποτελεί η καταβολή αυτής σταθερώς και μονίμως, ως νομίμου ή συμβατικού ανταλλάγματος της παρεχομένης εργασίας, αντιθέτως στην δεύτερη (άποψη του ΙΚΑ) ως μισθολογική παροχή υποκειμένη σε ασφαλιστικές κρατήσεις, λογίζεται ανεξάρτητα αν αυτή δίδεται ως αντάλλαγμα της εργασίας. Εξ ετέρου, παρέκκλιση παρατηρείται στο ότι, ενώ στην πρώτη περίπτωση δεν αποτελούν μισθό οι οικειοθελείς παροχές που χορηγούνται χωρίς την υποχρέωση του εργοδότου και με δηλουμένη αρχικώς την βούλησή του ότι θα δύναται να την παύει οποτεδήποτε, αντιθέτως στην ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία θεσπίζεται γενική αρχή σύμφωνα με την οποία, υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές, οι πάσης φύσεως παροχές, συνεπώς και οι "εξ ελευθεριότητος" τοιαύτες, με μόνο συνδετικό κρίκο ότι αυτές χορηγούνται στα πλαίσια υφισταμένης εργασιακής - ασφαλιστικής σχέσεως. Υπόψει πάντως ότι, κατά την νομολογία, οι οικειοθελείς παροχές, θεωρούνται μισθός, εφόσον ο εργοδότης δεν επεφύλαξε το δικαίωμα της διακοπής τους (Α.Π. 1034.80, Εφ. Λαρισ. 59/80, Εφ. Αθ. 1193/81, Α.Π. 999/79, Α.Π. 390/83 κ.λπ.).
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι παροχές που υπάγονται σε ασφαλιστικές εισφορές, είναι πρωτίστως οι "τακτικές" ή "συνήθεις" αμοιβές. Υπό τους όρους αυτούς καλύπτονται: οι μηνιαίοι μισθοί, τα ημερομίσθια, τα πάσης φύσεως επιδόματα οι προσαυξήσεις που προβλέπονται από νόμους, Σ.Σ.Ε., Υπουργικές και διαιτητικές αποφάσεις, προς δε και τοιαύτες ή οι ανάλογες πράξεις των διοικήσεων των επιχειρήσεων καθώς και των προβλεπομένων από τους κανονισμούς εργασίας με την προϋπόθεση βέβαια ότι εμφανίζουν σταθερή και μόνιμη συχνότητα καταβολής τους. Στον κύκλο των παροχών που έχουν μισθολογικό χαρακτήρα ανήκει ο "συμπεφωνημένος" ή ο "ειθισμένος" μισθός κατά την έννοια των άρθρων 648, 653, 662 και 663 Α.Κ. ο οποίος επιτρέπεται να καταβάλλεται είτε σε "χρήμα", είτε εν όλω ή εν μέρει σε άλλους είδους παροχές. Υπόψει ότι τα επιδόματα "παραγωγής" "παραγωγικότητος" μεγαλύτερης "αποδόσεως" ή τα τοιαύτα για επιδειχθέντα ζήλο που καταβάλλονται τακτικά και αδιάλειπτα επί πολλά χρόνια, έστω και μια φορά το έτος, θεωρούνται ότι έχουν μισθολογικό χαρακτήρα και συνεπώς υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές (Α.Π. 1012/72, Α.Π. 130/89, Εφ. Λαρ. 59/80, Εφ. Αθ. 9928/79, Α.Π. 1034/80).
Επίλογος
Η χορήγηση ποικίλων παροχών σε χρήμα ή σε είδος έχει αποτελέσει εδώ και αρκετά χρόνια μια γενικευμένη πολιτική των επιχειρήσεων που έχει ως σκοπό την παροχή οικονομικών κινήτρων στους εργαζομένους, ώστε να βελτιώνουν το εισόδημά τους -και μάλιστα στην εποχή μας που διακρίνεται έντονα για την συρρίκνωση των μισθών και των ημερομισθίων- με ταυτόχρονη φορολογική απαλλαγή τόσο του εργοδότου όσο και του μισθωτού. Οι πρόσθετες αυτές αμοιβές μεταξύ των οποίων και εκείνες σε "είδος", εδίδοντο και εξακολουθούν να δίδονται και σήμερα σε ορισμένο ή και ευρύτερο κύκλο εργαζομένων με βάση την ιδιότητα, ή την ειδικότητα, ή την θέση εργασίας, ή την γενική ή ιδιαίτερη υπηρεσιακή κατάσταση του μισθωτού. Και όλα αυτά στα πλαίσια της δυνατότητος ορθολογικής διαχειρίσεως των πάσης φύσεως παροχών, από τον εργοδότη για παραγωγικούς και λειτουργικούς σκοπούς της επιχειρήσεώς του. Οι παροχές αυτές είναι εκείνες που διευκολύνουν ή εξασφαλίζουν τις τεχνικές συνθήκες απασχολήσεως του προσωπικού προς όφελος του εργοδότου προς δε και εκείνες με τις οποίες, όπως προαναφέρθηκε, σκοπείται η προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων. Παρ' ότι η νομολογία -στην οποία εκτενώς αναφερθήκαμε- έκρινε ότι στις περιπτώσεις αυτές αναιρείται ο μισθολογικός χαρακτήρας των εν λόγω παροχών με ό,τι συνεπάγεται αυτό εν τούτοις ο νεότερος νομοθέτης με το σύστημα της φορολογικής μεταχειρίσεως των παροχών σε είδος που εισήγαγε με τον Ν. 4172/2013, ανατρέπει την προεκτεθείσα πρακτική ώστε σήμερα να διαμορφώνεται μια διαφορετική νομοθετική μεταχείριση μεταξύ "φορολογίας" και "ασφαλίσεως" σε ό,τι αφορά τις παροχές σε είδος. Φρονούμε ότι η νεοεισαχθείσα φορολογική πολιτική εκτός του ότι θα προκαλέσει σύγχυση κατά την εφαρμογή της, κυρίως όμως θα αποδιοργανώσει επιτυχημένα συστήματα και στρατηγικές με τις οποίες δημιουργείται ωφέλεια όχι μόνο για τον εργαζόμενο, αλλά και στην επιχείρηση, στην προσπάθεια να εξασφαλισθούν ευνοϊκές συνθήκες λειτουργίας τους.


Αποστόλου Μετζητάκουπρ. Δ/ντού Υπ. Εργασίας και πρ. Αντιπροέδρου ΟΑΕΔ
πηγή ΕΑΕΔ